Χρησιμοποίησε το παρακάτω εργαλείο για να υπολογίσεις τη θρεπτικότητα ενός τροφίμου!
Με άλλα λόγια μπορείς να δεις από τις Ετικέτες Τροφίμων αν ένα συσκευασμένο τρόφιμο είναι υψηλό, μέτριο ή χαμηλό σε πρωτεΐνες, σάκχαρα, λιπαρά, κορεσμένα λιπαρά, αλάτι και φυτικές ίνες, αντίστοιχα.
Με αυτό το εργαλείο μπορείς να εξοικειωθείς στις διατροφικές ετικέτες και να κάνεις πιο θρεπτικές επιλογές στο σούπερ μάρκετ. Να επιλέγεις πιο συχνά τρόφιμα με τις περισσότερες χαμηλές κατηγορίες σε σάκχαρα, ολικά και κορεσμένα λιπαρά, και αλάτι, καθώς και τρόφιμα υψηλά σε φυτικές ίνες.
Παράλληλα, το εργαλείο μπορεί να σε βοηθήσει αν χρειάζεται να παρακολουθήσεις τη διαιτητική πρόσληψη ενός ή περισσότερων θρεπτικών συστατικών. Για παράδειγμα, αν έχεις διαγνωστεί με υπέρταση ή λαμβάνεις αγωγή με κορτιζόνη χρειάζεται να προσέξεις το αλάτι (νάτριο). Αν έχεις δυσλιπιδαιμία να χρειάζεται να μειώσεις τα κορεσμένα λιπαρά που λαμβάνεις μέσω της διατροφής σου!
Να θυμάσαι ότι στο πλαίσιο μιας ισορροπημένης διατροφής κανένα τρόφιμο δεν απαγορεύεται, ωστόσο χρειάζεται να προσέχεις την ποσότητα και τη συχνότητα που το καταναλώνεις!
Συμπλήρωσε τα παρακάτω πεδία από τις διατροφική ετικέτα του προϊόντος που έχεις στα χέρια σου.
Ποσότητα Τροφίμου: Στα 100 γραμμάρια
Το αν ένα τρόφιμο θεωρείται χαμηλή, μέτρια ή υψηλή πηγή πρωτεΐνης, καθορίζεται από την περιεκτικότητά του σε πρωτεΐνη. Πιο συγκεκριμένα:
Η υψηλή πρόσληψη πρωτεΐνης επιτυγχάνεται μέσω μιας ισορροπημένης διατροφής, δίνοντας έμφαση στην κατανάλωση τροφίμων πλούσιων σε πρωτεΐνη, όπως κρέας, ψάρια, αυγά, γαλακτοκομικά, όσπρια και ξηροί καρποί.
Τρόφιμο (100 γρ) | Ενέργεια (kcal) | Πρωτεΐνη (γρ) |
Μοσχαρίσιο κρέας ψητό | 228 | 24 |
Αυγά βρασμένα | 155 | 12,6 |
Κοτόπουλο μπούτι ψητό | 179 | 24,8 |
Κίτρινο τυρί τύπου gouda | 356 | 24,9 |
Δημ. πρωινού ολικής άλεσης | 368 | 9,4 |
Ψωμί ολικής άλεσης | 254 | 12,3 |
Φασόλια βρασμένα | 126 | 8 |
Φακές βρασμένες | 116 | 9 |
Ρεβίθια βρασμένα | 164 | 8,9 |
Φάβα βρασμένη | 110 | 7,6 |
Αμύγδαλα | 579 | 21,2 |
Καρύδια | 654 | 15,2 |
Φιστίκια Αιγίνης | 567 | 25,8 |
Φουντούκια | 646 | 15 |
Πηγή: U.S. Department of Agriculture, Agricultural Research Service. FoodData Central, 2019.
Υψηλότερη πρόσληψη πρωτεΐνης επιδιώκεται από άτομα που ασχολούνται με τον αθλητισμό, μετά από χειρουργική επέμβαση ή παρουσία ασθενειών που επιταχύνουν την απώλεια μυϊκής μάζας, ενώ χαμηλή πρόσληψη πρωτεΐνης μπορεί να προτιμάται από άτομα με συγκεκριμένα νοσήματα, όπως η χρόνια νεφρική νόσος.
Σύμφωνα με τον κανονισμό 1169/2011 στην ετικέτα ενός προϊόντος πρέπει να αναγράφονται οι θερμίδες, οι υδατάνθρακες, οι πρωτεΐνες, οι φυτικές ίνες, τα σάκχαρα, τα ολικά λιπαρά, τα κορεσμένα λιπαρά οξέα και το αλάτι.
Οι υδατάνθρακες, τα λιπαρά και οι πρωτεΐνες αποτελούν τα βασικά μακροθρεπτικά συστατικά.
Βέβαια, εκτός από αυτά παρατηρούμε ότι αναγράφονται και τα σάκχαρα, τα κορεσμένα λιπαρά οξέα, και το αλάτι καθώς οι υψηλές διαιτητικές προσλήψεις αυτών έχουν ενοχοποιηθεί για αρκετές ασθένειες, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου ΙΙ και η στεφανιαία νόσος.
Τέλος, αναγράφονται και οι φυτικές ίνες καθώς έχει γνωστοποιηθεί το όφελος τους όχι μόνο στην καλή γαστρεντερική λειτουργία, αλλά και στη μείωση χοληστερόλης.
Όλα τα προϊόντα που κυκλοφορούν στο εμπόριο οφείλουν να αναφέρουν την περιεκτικότητά τους σε υδατάνθρακες, πρωτεΐνες, φυτικές ίνες, σάκχαρα, λιπαρά, κορεσμένα λιπαρά οξέα και αλάτι, ακόμα κι αν αυτή είναι μηδενική για ένα ή περισσότερα συστατικά καθώς και να αναγράφεται το θερμιδικό τους περιεχόμενο.
Ορισμένα προϊόντα σύμφωνα με την νομοθεσία μπορούν να αναγράφουν και ορισμένες φράσεις, όπως π.χ. υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, αν τηρούν κάποιες προϋποθέσεις στο αναφερόμενο συστατικό.
Οι ισχυρισμοί περιεκτικότητας σε θρεπτικά συστατικά (π.χ. 100% Βιταμίνη C) που κυριαρχούν στις συσκευασίες πολλών τροφίμων και αναψυκτικών δεν είναι αξιόπιστοι δείκτες για την χρήση του εκάστοτε τροφίμου, καθώς παραπέμπουν στη σκέψη ότι ένα συγκεκριμένο τρόφιμο περιέχει παραπάνω ευεργετικές ιδιότητες σε σχέση με παρόμοια προϊόντα που κυκλοφορούν στο εμπόριο, κάτι που μπορεί και να μην ισχύει.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αναγραφή σε γνωστό προϊόν νιφάδων βρώμης η δήλωση 100% νιφάδες βρώμης ολικής άλεσης. Ο συγκεκριμένος ισχυρισμός είναι αρκετά παραπλανητικός καθώς παραπέμπει στη σκέψη ότι το προϊόν είναι 100% ολικής άλεσης, κάτι που δεν ισχύει. Αυτό που ισχύει έιναι ότι πράγματι το προϊόν είναι 100% νιφάδες βρώμης, αλλά δεν είναι 100% ολικής άλεσης.
Άλλο ένα παράδειγμα αποτελεί μια σειρά επιδορπίων γιαουρτιού με πρωτεΐνη, η οποία υποσυνείδητα παραπέμπει στη σκέψη ότι τα προϊόντα της συγκεκριμένης σειράς είναι πιο υψηλά σε πρωτεΐνη σε σχέση με άλλα παρόμοια προϊόντα.
Το γάλα αμυγδάλου δεν αποτελεί τίποτα άλλο παρά άλλο ένα παράδειγμα παραπλάνησης του καταναλωτή αφού το συγκεκριμένο προϊόν δεν περιέχει καθόλου γάλα ούτε προσομοιάζει την σύσταση του γάλατος και αποτελείται από πολύ μικρή ποσότητα αμυγδάλου.
Ωστόσο, αναφέρεται συχνά ως γάλα και τοποθετείται στα ράφια του σουπερμάρκετ δίπλα στο γάλα για να παραπλανήσει τον καταναλωτή και να τον κάνει να πιστέψει ότι έχει την ίδια θρεπτική αξία με το κανονικό γάλα.
Στην πραγματικότητα όμως, το γάλα αμυγδάλου περιέχει πολύ μικρότερα ποσά πρωτεΐνης σε σχέση με το κανονικό γάλα αλλά είναι εμπλουτισμένο σε άλλα συστατικά όπως βιταμίνη D. Οπότε, το κανονικό του όνομα που θα έπρεπε να αναγράφεται είναι φυτικό ρόφημα αμυγδάλου.
Ένα μέτριο μήλο ή ένα μικρό πορτοκάλι περιέχει κατά προσέγγιση έως και 4 g φυτικών ινών (δηλαδή περίπου 2 g φυτικών ινών στα 100 g προϊόντος), οπότε ένα φρούτο από μόνο του δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως τρόφιμο με υψηλή περιεκτικότητα σε εδώδιμες ίνες, σύμφωνα με την νομοθεσία.
Ωστόσο, η ποικιλία και η τακτική φρούτων πρόσληψη μέσα στην ημέρα, μπορούν να σου εξασφαλίσουν επαρκή πρόσληψη φυτικών ινών.
Επιπλέον δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα φρούτα δεν θεωρούνται «υγιεινά» ή «ευεργετικά» τρόφιμα μόνο για τις φυτικές τους ίνες, αλλά και για τις βιταμίνες που περιέχουν καθώς και για τον κορεσμό που επιφέρουν.
Τα συστατικά (π.χ. ζάχαρη, αλεύρι σίτου κ.λ.π.) θα πρέπει να αναγράφονται σε μια διατροφική ετικέτα κατά φθίνουσα σειρά, δηλαδή ξεκινώντας από το συστατικό με την υψηλότερη περιεκτικότητα και καταλήγοντας στο συστατικό με την χαμηλότερη περιεκτικότητα.
Επιπλέον, τα τρόφιμα που μπορεί να αποτελέσουν πιθανά αλλεργιογόνα (π.χ. ξηροί καρποί) οφείλουν να αναφέρονται με έντονη γραφή, ενώ στα συστατικά που περιέχονται στην ονομασία του προϊόντος, θα πρέπει να αναγράφεται το ποσοστό τους.
Η Ενδεικτική Ημερήσια Πρόσληψη (Guideline Daily Amount- GDA) είναι η συνολική ημερήσια ποσότητα θερμίδων, σακχάρων, λιπαρών, κορεσμένων λιπαρών και νατρίου/αλατιού, αντίστοιχα που συστήνεται να προσλαμβάνονται από έναν υγιή ενήλικα.
Γενικά υπάρχουν συγκεκριμένες συστάσεις για κάθε συστατικό και για κάθε κατηγορία του πληθυσμού (π.χ. άντρες, γυναίκες, παιδιά), οι οποίες βασίζονται σε πρόσφατα δημοσιευμένα επιστημονικά δεδομένα και αναφέρονται ενδεικτικά στον παρακάτω πίνακα.
Συστατικά | Γυναίκες | Άντρες | Παιδιά (5-10 χρονών) |
Θερμίδες | 2000 Kcal | 2500 Kcal | 1800 Kcal |
Πρωτεΐνες | 45 g | 55 g | 24 g |
Υδατάνθρακες | 230 g | 300 g | 220 g |
Σάκχαρα | 90 g | 120 g | 85 g |
Λίπος | 70 g | 95 g | 70 g |
Κορεσμένα λιπαρά οξέα | 20 g | 30 g | 20 g |
Διαιτητικές ίνες | 24 g | 24 g | 15 g |
Αλάτι | 4g | 6 g | 4 g |
Με τον τρόπο αυτό μπορεί ο καταναλωτής να αξιολογεί κάθε τρόφιμο κατά πόσο συμβάλλει στην καθημερινές του απαιτήσεις για συγκεκριμένα θρεπτικά συστατικά και πως μπορεί να πετύχει ισορροπία στη διατροφή του!